μετευχομαι

μετευχομαι
    μετεύχομαι
    μετ-εύχομαι
    менять свои желания
    

οἶσθ΄ ὡς μετεύξει ; Eur. — знаешь ли, какими должны стать твои пожелания?


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "μετευχομαι" в других словарях:

  • μετεύχομαι — (Α) εύχομαι με διαφορετικό τρόπο ή εύχομαι κάτι διαφορετικό, αλλάζω την προηγούμενη ευχή …   Dictionary of Greek

  • μετεύξῃ — μετεύχομαι change one s wish aor subj mid 2nd sg μετεύχομαι change one s wish fut ind mid 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μετεύξασθαι — μετεύχομαι change one s wish aor inf mid …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μέτευξαι — μετεύχομαι change one s wish aor imperat mid 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εύχομαι — και ευκιέμαι (ΑΜ εὔχομαι) 1. εκφράζω ευχή, επιθυμία για κάτι, επιθυμώ ζωηρά να πραγματοποιηθεί κάτι 2. προσεύχομαι, απευθύνω προσευχή προς τον Θεό, δέομαι, παρακαλώ τον Θεό || νεοελλ. παροιμ. «φκήσου τού οχτρού σου το δεντρί, ν ανθήσει το δικό… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»